κτηματίας
[ktimaˈtias]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Grundbesitzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fκτηματίαςGutsbesitzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fκτηματίαςκτηματίας