„κουνάβι“: ουδέτερο κουνάβι [kuˈnavi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Marder Marderαρσενικό | Maskulinum, männlich m κουνάβι ζωολογία | Zoologieζωολ κουνάβι ζωολογία | Zoologieζωολ