κουκλόσπιτο
[kuˈklospito]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Puppenhausουδέτερο | Neutrum, sächlich nκουκλόσπιτοPuppenstubeθηλυκό | Femininum, weiblich fκουκλόσπιτοκουκλόσπιτο