„κοτέτσι“: ουδέτερο κοτέτσι [koˈtetsi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Hühnerstall Hühnerstallαρσενικό | Maskulinum, männlich m κοτέτσι κοτέτσι