„κοκκαλάκι“: ουδέτερο κοκκαλάκι [kokaˈlakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Haarspange Haarspangeθηλυκό | Femininum, weiblich f κοκκαλάκι κοκκαλάκι