„κατσικάκι“: ουδέτερο κατσικάκι [katsiˈkakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Zicklein Zickleinουδέτερο | Neutrum, sächlich n κατσικάκι κατσικάκι