„καρτουνίστρια“: θηλυκό καρτουνίστρια [kartuˈnistria]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Cartoonistin Cartoonistinθηλυκό | Femininum, weiblich f καρτουνίστρια καρτουνίστρια