καρδιοκατακτητής
[karðiokataktiˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Herzensbrecherαρσενικό | Maskulinum, männlich mκαρδιοκατακτητήςκαρδιοκατακτητής
Thank you for your feedback!