καλών
[kaˈlon]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Anruferαρσενικό | Maskulinum, männlich mκαλών τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφκαλών τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, Telekommunikationτηλεφ