„κίτρο“: ουδέτερο κίτρο [ˈkjitro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Zitrusfrucht Zitrusfruchtθηλυκό | Femininum, weiblich f κίτρο κίτρο