„ιπποστάσιο“: ουδέτερο ιπποστάσιο [ipoˈstasio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Pferdestall Pferdestallαρσενικό | Maskulinum, männlich m ιπποστάσιο ιπποστάσιο