ιδιοκτήτης
[iðioˈktitis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Eigentümerαρσενικό | Maskulinum, männlich mιδιοκτήτηςBesitzerαρσενικό | Maskulinum, männlich mιδιοκτήτηςιδιοκτήτης
examples
-
- ιδιοκτήτης επιχείρησηςFirmengründerαρσενικό | Maskulinum, männlich mFirmeninhaberαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ιδιοκτήτης κατοικίδιουTierhalterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
hide examplesshow examples