„θερμοστάτης“: αρσενικό θερμοστάτης [θermoˈstatis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Thermostat Thermostatαρσενικό | Maskulinum, männlich m θερμοστάτης θερμοστάτης