„θερμοπίδακας“: αρσενικό θερμοπίδακας [θermoˈpiðakas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Geiser, Geysir Geiserαρσενικό | Maskulinum, männlich m θερμοπίδακας Geysirαρσενικό | Maskulinum, männlich m θερμοπίδακας θερμοπίδακας