θεραπευτήριο
[θerapefˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Heilanstaltθηλυκό | Femininum, weiblich fθεραπευτήριοPflegeheimουδέτερο | Neutrum, sächlich nθεραπευτήριοθεραπευτήριο
examples
- θεραπευτήριο για αποτοξίνωσηEntziehungsheimουδέτερο | Neutrum, sächlich n