θεοσκότεινος
[θeoˈskotinos], θεοσκότεινη, θεοσκότεινοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- kohlrabenschwarzθεοσκότεινος νύχταθεοσκότεινος νύχτα
Thank you for your feedback!