θαυμαστικό
[θavmastiˈko]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Ausrufezeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nθαυμαστικό γραμματική | Grammatikγραμμθαυμαστικό γραμματική | Grammatikγραμμ