θαυμαστής
[θavmasˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Verehrerαρσενικό | Maskulinum, männlich mθαυμαστήςBewundererαρσενικό | Maskulinum, männlich mθαυμαστήςθαυμαστής
- Fanαρσενικό | Maskulinum, männlich mθαυμαστής ηθοποιούθαυμαστής ηθοποιού