„ζέπελιν“: ουδέτερο ζέπελιν [ˈzepelin]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Zeppelin Zeppelinαρσενικό | Maskulinum, männlich m ζέπελιν ζέπελιν