„ευπρεπίζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα ευπρεπίζομαι [efpreˈpizome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich herausputzen sich herausputzen ευπρεπίζομαι ευπρεπίζομαι