ετοιμάζομαι
[etiˈmazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- sich vorbereiten (για für)ετοιμάζομαι προπαρασκευάζομαιετοιμάζομαι προπαρασκευάζομαι
- ετοιμάζομαι για βόλτα
examples