ερασιτέχνης
[erasiˈtexnis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Laieαρσενικό | Maskulinum, männlich mερασιτέχνηςAmateurαρσενικό | Maskulinum, männlich mερασιτέχνηςερασιτέχνης
examples
- ερασιτέχνης κηπουρόςαρσενικό | Maskulinum, männlich mHobbygärtnerαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- ερασιτέχνης φωτογράφοςαρσενικό | Maskulinum, männlich mHobbyfotografαρσενικό | Maskulinum, männlich m