„επικράτεια“: θηλυκό επικράτεια [epiˈkratia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Hoheitsgebiet Hoheitsgebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n επικράτεια επικράτεια