Greek-German translation for "επιβάρυνση"
"επιβάρυνση" German translation
φορολογική επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Steuerlastθηλυκό | Femininum, weiblich f
φορολογική επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
πρόσθετη επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Aufschlagαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πρόσθετη επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
διπλή επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Doppelbelastungθηλυκό | Femininum, weiblich f
διπλή επιβάρυνσηθηλυκό | Femininum, weiblich f