„εκχιονισμός“: αρσενικό εκχιονισμός [ekçionizˈmos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schneebeseitigung Schneebeseitigungθηλυκό | Femininum, weiblich f εκχιονισμός εκχιονισμός