εισήγηση
[iˈsijisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Referatουδέτερο | Neutrum, sächlich nεισήγηση διάλεξηVortragαρσενικό | Maskulinum, männlich mεισήγηση διάλεξηεισήγηση διάλεξη
- Berichtαρσενικό | Maskulinum, männlich mεισήγηση έκθεσηεισήγηση έκθεση
- Vorschlagαρσενικό | Maskulinum, männlich mεισήγηση συμβουλή, παρακίνησηεισήγηση συμβουλή, παρακίνηση