δύτης
[ˈðitis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Taucherαρσενικό | Maskulinum, männlich mδύτηςδύτης
examples
- δύτης μεγάλων βαθώνTiefseetaucherαρσενικό | Maskulinum, männlich m