„δωροεπιταγή“: θηλυκό δωροεπιταγή [ðoroepitaˈji]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Geschenkgutschein Geschenkgutscheinαρσενικό | Maskulinum, männlich m δωροεπιταγή δωροεπιταγή