διευκρίνιση
[ðiefˈkrinisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Erläuterungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιευκρίνιση κινήτρων, λόγωνKlarstellungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιευκρίνιση κινήτρων, λόγωνKlärungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιευκρίνιση κινήτρων, λόγωνδιευκρίνιση κινήτρων, λόγων