διατύπωση
[ðiaˈtiposi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Formulierungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιατύπωσηδιατύπωση
- Formalitätenπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fplδιατύπωση πληθυντικός | Pluralplδιατύπωση πληθυντικός | Pluralpl
examples
- διατύπωση άποψηςMeinungsäußerungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διατύπωση ερώτησηςFragestellungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διατύπωση νόμουGesetzestextαρσενικό | Maskulinum, männlich m