διασκέδαση
[ðiasˈkjeðasi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Unterhaltungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιασκέδασηVergnügenουδέτερο | Neutrum, sächlich nδιασκέδασηδιασκέδαση
examples
- καλή διασκέδαση!gute Unterhaltung!, viel Vergnügen!