διακίνηση
[ðiaˈkjinisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Frachtθηλυκό | Femininum, weiblich fδιακίνησηδιακίνηση
examples
- διακίνηση αγαθώνFrachtverkehrαρσενικό | Maskulinum, männlich m