δευτεροκλασάτος
[ðefteroklaˈsatos], δευτεροκλασάτη, δευτεροκλασάτοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- zweitklassigδευτεροκλασάτοςδευτεροκλασάτος
Thank you for your feedback!