δείγμα
[ˈðiɣma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Probeθηλυκό | Femininum, weiblich fδείγμαδείγμα
- Musterουδέτερο | Neutrum, sächlich nδείγμα εμπόριο | HandelεμπExemplarουδέτερο | Neutrum, sächlich nδείγμα εμπόριο | Handelεμπδείγμα εμπόριο | Handelεμπ
- Zeichenουδέτερο | Neutrum, sächlich nδείγμα ένδειξη φιλίας, αγάπηςδείγμα ένδειξη φιλίας, αγάπης
examples
- δείγμα γραφήςSchriftprobeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- δωρεάν δείγμαGratisprobeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- δείγμα ήχουHörprobeθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples