„δέκα“: αριθμητικό δέκα [ˈðeka]αριθμητικό | Numerale, Zahlwort num Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) zehn zehn δέκα δέκα „δέκα“: ουδέτερο δέκα [ˈðeka]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Zehn Zehnθηλυκό | Femininum, weiblich f δέκα δέκα