„γρατσουνίζω“: μεταβατικό ρήμα γρατσουνίζω [ɣratsuˈnizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-σα; -στηκα; -σμένος> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) kratzen (zer)kratzen γρατσουνίζω γρατσουνίζω