„γραμμάριο“: ουδέτερο γραμμάριο [ɣraˈmario]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Gramm Grammουδέτερο | Neutrum, sächlich n γραμμάριο γραμμάριο