„γνώρισμα“: ουδέτερο γνώρισμα [ˈɣnorizma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Merkmal Merkmalουδέτερο | Neutrum, sächlich n γνώρισμα γνώρισμα