„γλυκόξινος“ γλυκόξινος [ɣliˈkoksinos], γλυκόξινη, γλυκόξινοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) süßsauer süßsauer γλυκόξινος γλυκόξινος