„γκάνγκστερ“: αρσενικό γκάνγκστερ [ˈgaŋgster]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Gangster Gangsterαρσενικό | Maskulinum, männlich m γκάνγκστερ γκάνγκστερ