„γάμπα“: θηλυκό γάμπα [ˈɣamba]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Wade Wadeθηλυκό | Femininum, weiblich f γάμπα ανατομία | Anatomieανατ γάμπα ανατομία | Anatomieανατ