„βρομοκούναβο“: ουδέτερο βρομοκούναβο [vromoˈkunavo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Stinktier Stinktierουδέτερο | Neutrum, sächlich n βρομοκούναβο βρομοκούναβο