„βρέχομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα βρέχομαι [ˈvrexome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) nass werden nass werden βρέχομαι βρέχομαι