βομβιστής
[vomvisˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Bombenattentäterαρσενικό | Maskulinum, männlich mβομβιστήςBombenlegerαρσενικό | Maskulinum, männlich mβομβιστήςβομβιστής
examples
- βομβιστής αυτοκτονίαςSelbstmordattentäterαρσενικό | Maskulinum, männlich m