βερολινέζικος
[veroliˈnezikos], βερολινέζικη, βερολινέζικοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- berlinerisch, Berliner-, berlinischβερολινέζικοςβερολινέζικος
Thank you for your feedback!