„βεντούζα“: θηλυκό βεντούζα [venˈduza]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Saugnapf Saugnapfαρσενικό | Maskulinum, männlich m βεντούζα και | undκ. ζωολογία | Zoologieζωολ βεντούζα και | undκ. ζωολογία | Zoologieζωολ