„βελονίστρια“: θηλυκό βελονίστρια [veloˈnistria]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Akupunkteurin Akupunkteurinθηλυκό | Femininum, weiblich f βελονίστρια βελονίστρια