„βαφτιστήρι“: ουδέτερο βαφτιστήρι [vaftisˈtiri]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Patenkind Patenkindουδέτερο | Neutrum, sächlich n βαφτιστήρι βαφτιστήρι