„αυχένας“: αρσενικό αυχένας [afˈçenas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Nacken Nackenαρσενικό | Maskulinum, männlich m αυχένας αυχένας examples αυχένας δοντιού Zahnhalsαρσενικό | Maskulinum, männlich m αυχένας δοντιού