αυτοκινητόδρομος
[aftokjiniˈtoðromos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Autobahnθηλυκό | Femininum, weiblich fαυτοκινητόδρομοςAutostraßeθηλυκό | Femininum, weiblich fαυτοκινητόδρομοςαυτοκινητόδρομος